Η Μαρία Κορίνα Ματσάδο γεννήθηκε στις 7 Οκτωβρίου 1967 στην Καράκας της Βενεζουέλας. Σπούδασε βιομηχανική μηχανική και από νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με την κοινωνική δράση και τον εκδημοκρατισμό.
Κατά τη δεκαετία του 1990 και 2000 πρωτοστάτησε στη δημιουργία της οργάνωσης Súmate, ενός οργανισμού παρακολούθησης εκλογών που επιδιώκει διαφάνεια και δημοκρατικές διαδικασίες. Το 2010 εκλέχθηκε βουλευτής, ξεπερνώντας ρεκόρ ψήφων στην Εθνοσυνέλευση, αλλά το 2014 απομακρύνθηκε από το αξίωμα με πολιτικά κίνητρα.
Η Ματσάδο ανήκει στο κόμμα Vente Venezuela, μια φιλελεύθερη κίνηση που συγκροτήθηκε το 2013 και αγωνίζεται για τον εκδημοκρατισμό και την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επίσης συμμετέχει στην πλατφόρμα Soy Venezuela, μια ευρύτερη συμμαχία αντιπολιτευτικών δυνάμεων που υποστηρίζει την αποκατάσταση της δημοκρατίας.
Το 2023 κέρδισε πανηγυρικά την προκριματική διαδικασία της αντιπολίτευσης για τις προεδρικές του 2024, αλλά η κυβέρνησή της Βενεζουέλας την απέκλεισε νομικά από το να συμμετάσχει, επικαλούμενη διοικητικές κατηγορίες, οι οποίες κρίθηκαν αμφιλεγόμενες. Υπό αυτή την πίεση, βρίσκεται σε καθεστώς απόκρυψης στο εσωτερικό της χώρας, υπό την απειλή διώξεων και πιθανής σύλληψης.
Στις 10 Οκτωβρίου 2025, η Νορβηγική Επιτροπή Νόμπελ ανακοίνωσε ότι το Νόμπελ Ειρήνης απονέμεται στη Ματσάδο «για την ακούραστη δουλειά της στην προώθηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων του λαού της Βενεζουέλας και για τον αγώνα της για μια δίκαιη και ειρηνική μετάβαση από τη δικτατορία στη δημοκρατία». Ο πρόεδρος της Επιτροπής, Jørgen Watne Frydnes, την χαρακτήρισε ως «ένα θάρρος αστικών πολιτών» και «ένα ενωτικό πρόσωπο στην αντιπολίτευση που επί χρόνια ήταν κατακερματισμένη».
Η βράβευσή της αποκτά ιδιαίτερο συμβολισμό σε μια περίοδο που η δημοκρατία δέχεται παγκοσμίως ανησυχίες και υποχώρηση. Η επιλογή της Ματσάδο υπογραμμίζει ότι ο αγώνας για ελευθερία, δικαιοσύνη και πολιτική εκπροσώπηση δεν περιορίζεται σε καθεστώτα, αλλά εμπνέει διεθνώς.