Με έως 100 δόσεις και με ελάχιστη μηνιαία καταβολή τα 50 ευρώ, θα μπορούν να ρυθμίσουν οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Τη δυνατότητα δίνει εγκύκλιος του υπουργού Εργασίας. Ειδικότερα, μόνο φυσικά πρόσωπα που δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, οφείλουν στα ασφαλιστικά ταμεία μέχρι 5.000 ευρώ και δεν μπορούν να εξοφλήσουν τις ληξιπρόθεσμες εισφορές στα Ταμεία με τις 48 δόσεις, θα μπορούν να κάνουν χρήση της ευεργετικής ρύθμισης για έως 100 δόσεις, ανάλογα με το εισόδημά τους και με ελάχιστο ποσό τα 50 ευρώ για κάθε δόση.
Αυτό, είναι σε αντίθεση με την αντίστοιχη απόφαση του υπουργείου Οικονομικών, που ορίζει τα 15 ευρώ ως ελάχιστη δόση, ακόμη και για οφειλή που ξεπερνά τις 5.000 ευρώ. Επομένως, σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται ασφαλισμένοι που αυτασφαλίζονται, όπως και ελεύθεροι επαγγελματίες οι οποίοι έχουν κλείσει τις επιχειρήσεις τους και είναι σε διαδικασία συνταξιοδότησης.
Σύμφωνα με το σχέδιο υπουργικής απόφασης του Γ. Βρούτση, για τους όρους και τις προϋποθέσεις ένταξης στη ρύθμιση «νέας αρχής» των οφειλών στα Ταμεία, ο ανώτατος αριθμός δόσεων για όλες τις άλλες περιπτώσεις οφειλετών δεν μπορεί να ξεπερνά τις 48, χωρίς να εκτείνονται πέρα από την 30ή Ιουνίου 2017.
Επίσης, όσοι ενταχθούν στη νέα ρύθμιση, όπως αναφέρει Η Καθημερινή, θα χάσουν τις όποιες διευκολύνσεις είχαν από προηγούμενες ρυθμίσεις. Η νέα ρύθμιση έως και 48 δόσεων αφορά τις υποχρεώσεις προς τα Ταμεία έως τις 31.12.2012. Ο οφειλέτης για να κάνει επομένως, χρήση των νέων διατάξεων αποπληρωμής ασφαλιστικών εισφορών παλαιότερων χρόνων, πρέπει να εξοφλήσει πρώτα, τις οφειλές του 2013 αν υπάρχουν, μέσω της πάγιας ρύθμισης και στη συνέχεια να κάνει αίτηση για την ένταξη των παλαιότερων οφειλών.
Αυτό σημαίνει ότι το χρέος του, το οποίο διαμοιράζεται σε παλαιό και νεότερο, θα ενταχθεί σε δύο ρυθμίσεις: Το χρέος του 2013 θα υπαχθεί στην πάγια ρύθμιση 12 δόσεων (για τις εφορίες η αντίστοιχη απόφαση του υπουργείου Οικονομικών ορίζει έως και 24 δόσεις) και στη συνέχεια το χρέος με κεφαλαιοποίηση έως 31.12.2012 θα υπαχθεί στο σύστημα των 48 δόσεων. Για όλους όσοι ενταχθούν στη ρύθμιση θα χορηγείται μηνιαίο αποδεικτικό Ασφαλιστικής Ενημερότητας, στο οποίο θα αναγράφεται και το υπολειπόμενο ποσό οφειλής. Από την ευνοϊκή ρύθμιση των 48 δόσεων εξαιρούνται όσοι οφειλέτες Ταμείων έχουν καταδικαστεί ή έχει ασκηθεί εναντίον τους ποινική δίωξη.
Οι λοιπές προϋποθέσεις υπαγωγής στη ρύθμιση «νέας αρχής» είναι οι εξής:
- Πρέπει να αποδεικνύεται η αδυναμία εξόφλησης της οφειλής τη δεδομένη χρονική στιγμή, καθώς και η βιωσιμότητα του διακανονισμού.
- Για ποσά από 5.000 έως 75.000 ευρώ πρέπει να υποβάλλεται υπεύθυνη δήλωση, στην οποία θα βεβαιώνονται λεπτομερείς πληροφορίες σε σχέση με το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη (κινητές και ακίνητες αξίες, ετήσιο εισόδημα, αριθμοί τραπεζικών λογαριασμών, οχήματα, κύκλος εργασιών). Για ποσά άνω των 75.000 ευρώ, πρέπει να προσκομίζεται και επιβεβαίωση των στοιχείων του από τρίτο, ανεξάρτητο εκτιμητή, ενώ αλλάζουν τα δεδομένα για ποσά άνω των 300.000 ευρώ.
Γι’ αυτή την κατηγορία απαιτείται σύσταση εγγύησης για τη διασφάλιση της οφειλής, η οποία μπορεί να συνίσταται στα εξής:
- Προσκόμιση εγγυητικής επιστολής τράπεζας για όλο το διάστημα της ρύθμισης για το σύνολο της ρυθμιζόμενης οφειλής συν τις επιβαρύνσεις.
- Πλήρη διασφάλιση οφειλής με εγγραφή υποθήκης.
- Εγγύηση τρίτου αξιόχρεου προσώπου και
- Οποιονδήποτε άλλο τρόπο εγγύησης, αποδεκτό από τις αρμόδιες ακτές των ασφαλιστικών ταμείων.
- Για τις οφειλές άνω των 75.000, η αδυναμία εξόφλησης της οφειλής τη δεδομένη στιγμή υποβολής της αίτησης για τη ρύθμιση των 48 δόσεων αξιολογείται από ανεξάρτητο φορέα. Ως ανεξάρτητοι εκτιμητές ορίζονται οι ορκωτοί λογιστές, οι λογιστές φοροτεχνικοί και δικηγόροι. Ωστόσο, μόνο στην περίπτωση προσκόμισης βεβαίωσης από ορκωτούς λογιστές δεν απαιτείται περαιτέρω αξιολόγηση των στοιχείων από τις οικονομικές υπηρεσίες των ασφαλιστικών ταμείων.
- Η ρύθμιση εκπίπτει είτε εάν ο οφειλέτης καταβάλει εκπρόθεσμα μία δόση για δεύτερη φορά είτε δεν καταβάλει εμπρόθεσμα τις τρέχουσες εισφορές κατά τη διάρκεια του διακανονισμού.
- Οι οφειλέτες έχουν δικαίωμα να υποβάλουν μόνο μία φορά αίτημα υπαγωγής στη ρύθμιση και υποχρεούνται να έχουν υποβάλει τις δηλώσεις ασφάλισης μισθωτών της τελευταίας πενταετίας.