O πρώην αναπληρωματικός Γενικός Διευθυντής του ΔΝΤ Χάρης Βήττας και τακτικός αναγνώστης του I.D. μας έγραψε, αναφερόμενος στο άρθρο που δημοσιεύσαμε πρόσφατα για την επιτυχημένη ανάκαμψη της Ισλανδίας:
Η ηρωοποίηση της χώρας δεν δικαιολογείται. Η Ισλανδία έκανε όλες τις θυσίες που ήταν απαραίτητες για να αντιμετωπίσει την κρίση της, για την οποία κυρίως υπεύθυνες ήταν οι δικές της τράπεζες, και για να παραμείνει ευυπόληπτο μέλος της διεθνούς κοινωνίας. Αρνήθηκε τις παράλογες πιέσεις που δέχτηκε κυρίως απο την Αγγλία αλλά όχι μια λογική διευθέτηση του χρέους των τραπεζών της προς τους ξένους καταθέτες που βλακωδώς παρασύρθηκαν απο φαινομενικά υψηλές αποδόσεις. Και συνεργάστηκε με ευθύτητα υπευθυνότητα και επιτυχία με το ΔΝΤ για να ξεπεράσει την κρίση της. Ένα μικρό δείγμα απο τις πληροφορίες που υπάρχουν στο διαδίκτυο ακολουθεί.
Η οικονομική θέση της Ισλανδίας βελτιώνεται σταθερά μετά την κατάρρευση. Η κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας και η αύξηση της ανεργίας φαίνεται να ανακόπηκαν στα τέλη του 2010 ενώ στα μέσα του 2011 η χώρα εισήλθε σε πορεία ανάπτυξης. Από την άποψη αυτή τρεις ήταν οι σημαντικοί παράγοντες. Πρώτον, η ψήφιση νομοθεσίας από το κοινοβούλιο της Ισλανδίας με τη διαδικασία του επείγοντος τον Οκτώβριο του 2008, η οποία συνέβαλε στην ελαχιστοποίηση του αντίκτυπου της οικονομικής κρίσης στην χώρα. Η Χρηματοοικονομική Εποπτική Αρχή της Ισλανδίας αξιοποίησε τη δυνατότητα που της έδινε η νομοθεσία να αναλάβει τον έλεγχο των εγχώριων εργασιών των τριών μεγαλύτερων τραπεζών. Ωστόσο, οι σημαντικά μεγαλύτερες εργασίες εξωτερικού των τραπεζών, κηρύχθηκαν σε αναγκαστική διαχείριση.
Ένας δεύτερος σημαντικός παράγοντας είναι η επιτυχία της Συμφωνίας Εφεδρικής Χρηματοδότησης (Stand-By Arrangement) με το ΔΝΤ που εφαρμόστηκε από τον Νοέμβριο του 2008. Η συμφωνία αυτή περιλαμβάνει τρεις πυλώνες. Ο πρώτος πυλώνας είναι ένα πρόγραμμα μεσοπρόθεσμης δημοσιονομικής εξυγίανσης με οδυνηρά μέτρα λιτότητας και σημαντικές φορολογικές επιβαρύνσεις. Το αποτέλεσμα ήταν ότι τα χρέη της κεντρικής κυβέρνησης σταθεροποιήθηκαν περίπου στο 80%-90% του ΑΕΠ. Ο δεύτερος πυλώνας είναι η επαναφορά ενός βιώσιμου αλλά σημαντικά περιορισμένου σε μέγεθος εγχώριου τραπεζικού συστήματος, στα ερείπια του γιγαντωμένου διεθνούς τραπεζικού συστήματος της χώρας το οποίο η κυβέρνηση αδυνατούσε να διασώσει. Ένας τρίτος πυλώνας είναι η ενεργοποίηση ελέγχων κεφαλαίου και η προσπάθεια για σταδιακή τους κατάργηση ώστε να αποκατασταθεί η φυσιολογική χρηματοοικονομική διασύνδεση με τον εξωτερικό κόσμο.
Σημαντικό αποτέλεσμα της επείγουσας νομοθεσίας και της συμφωνίας SBA είναι ότι η χώρα δεν επηρεάστηκε σοβαρά από την Ευρωπαϊκή κρίση κρατικού χρέους από το 2010. Παρά τις έντονες διαβουλεύσεις με τη Βρετανία και την Ολλανδία σχετικά με το ζήτημα των κρατικών εγγυήσεων για τις καταθέσεις που διατηρούσαν αυτές οι χώρες μέσω της Icesave στην τράπεζα Landsbanki, τα ασφάλιστρα κινδύνου (CDS) για το κρατικό χρέος της Ισλανδίας μειώθηκαν σταθερά από τις 1000 μονάδες πριν την κατάρρευση το 2008, στις 200 μονάδες τον Ιούνιο του 2011. Το γεγονός ότι τα περιουσιακά στοιχεία της Landsbanki εκτιμάται τώρα ότι καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος των απαιτήσεων των καταθετών, συνέβαλε στην αποκλιμάκωση του κλίματος ανησυχίας σχετικά με την κατάσταση.
Τέλος, ο τρίτος σημαντικός παράγοντας πίσω από την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, ήταν η απόφαση της κυβέρνησης της Ισλανδίας να θέσει υποψηφιότητα για ένταξη στην ΕΕ τον Ιούλιο του 2009. Αν και οι απόψεις σχετικά με το κατά πόσο είναι εφικτή η αποδοχή της χώρας ως μέλος της ΕΕ διίστανται στο εσωτερικό της Ισλανδίας, η ενέργεια αυτή συνέβαλε στην ενίσχυση της αξιοπιστίας της χώρας στις διεθνείς χρηματοοικονομικές αγορές. Απόδειξη της επιτυχίας αυτής της προσπάθειας είναι το γεγονός ότι η Ισλανδική κυβέρνηση κατόρθωσε να αντλήσει 1 δισ. δολ. με την έκδοση ομολόγου στις 9 Ιουνίου του 2011.
Η εξέλιξη αυτή καταδεικνύει ότι οι διεθνείς επενδυτές έχουν δώσει στην κυβέρνηση και στο νέο τραπεζικό σύστημα, με δύο από τις τρεις μεγαλύτερες τράπεζες να ανήκουν σε ξένα χέρια, καθαρό πιστοποιητικό υγείας. Τα δύο πρώτα σημαντικά μέτρα υλοποιήθηκαν από την κυβέρνηση του Geir H. Haarde αλλά εφαρμόστηκαν και από την κυβέρνηση της Johanna Sigurdardottir η οποία προχώρησε και στην κατάθεση της υποψηφιότητας για ένταξη της χώρας στην ΕΕ.