Πιστεύω πως η απάντηση δίνεται, ήδη, με την εμπνευσμένη από την ίδια την ιστορία της Αθλητικής Ένωσης Κωνσταντινούπολης (κάτι πολύ περισσότερο από την αγωνιστική ιστορία μιας ποδοσφαιρικής ομάδας) ενσωμάτωση ενός Μουσείου Προσφυγικού Ελληνισμού σε ένα σύγχρονο ποδοσφαιρικό γήπεδο, όπως αυτό της ΑγιαΣοφιάς (ονοματοδοσία που έχει επικρατήσει της εμπορικής ονομασίας του).
Του Γιάννη Ρούντου
Το αδιαίρετο αυτό της σύνθεσης: αθλητικές εγκαταστάσεις + μουσείο, μπορεί να εξουδετερώσει την επικίνδυνη τυφλότητα του οπαδισμού, ανοίγοντας τον ορίζοντα ενός αθλητικού “προϊόντος” προς τον πολιτισμό, όπου θα έπρεπε να βρίσκει θέση μια ιδεώδης αθλητική υπόθεση. Και τούτο καθ’ υπέρβαση, αντίθετα στο ρεύμα των πολύποδων, πολυεπιχειρηματικών συμφερόντων (business, media, χειραγώγηση κοινωνικών ομάδων, θεσμών και κέντρων εξουσίας) που διακυβεύονται στην ποδοσφαιρική αρένα της εποχής μας και απαξιώνουν θλιβερά το άθλημα. Πώς γίνεται αυτό;

Ιδού λοιπόν, ένα αρκτικόλεξο: Α.Ε.Κ., που φορτίζεται έμπρακτα υπεράνω προσώπων και καταστάσεων με τη δημιουργία μιας πλούσιας παρακαταθήκης για τις προσφυγικές μνήμες, ώστε να εκφράζει κάτι πολύ περισσότερο απ’ όσα εκφράζουν η μπάλα στα δίχτυα, οι τίτλοι πρωταθλημάτων και η ροή του χρήματος.
Αυτή είναι μια επιπλέον διάσταση της Α.Ε.Κ., ανεκτίμητου ιστορικού και πολιτιστικού βάθους. Και έχει την πιο σημαντική προστιθέμενη αξία και για το αθλητικό-εμπορικό brand, που στο ποδόσφαιρο χαίρεται φέτος τον διπλό τίτλο της πρωταθλήτριας και κυπελλούχου ομάδας.

Έχει, λοιπόν, θέση το επαγγελματικό ποδόσφαιρο στον Πολιτισμό και πώς; Ο προβληματισμός αυτός τίθεται με δεδομένη την υπαγωγή του Αθλητισμού (συμπεριλαμβανομένου και του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, μιας τεράστιας μπίζνας παγκοσμίως) στο Υπουργείο Πολιτισμού (culture.gov.gr) στη χώρα μας, ταυτοχρόνως με την εργαλειοποίηση του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, καθώς απηχεί σε τεράστιους πληθυσμούς φίλων – και κυρίως οπαδών με αλόγιστο “πάθος”.

Ανάδελφη ήταν και η οικογένεια της Α.Ε.Κ., που ως ιδέα συνένωσης και διατήρησης της συλλογικής μνήμης πέρασε και στο ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο το 1924 (του χρόνου, συμπληρώνει 100 χρόνια). Σημείο αναφοράς της και τοπόσημο μιας ανθρώπινης προσφυγοσυνοικίας, της Νέας Φιλαδέλφειας, έγιναν κάποια στρέμματα γης που παραχώρησε το 1926 με την ευαισθησία που τον χαρακτήριζε, ο Ελευθέριος Βενιζέλος στους ξερριζωμένους για να αθλούνται και να παίζουν μπάλα. Μετά από περιπέτειες και με πολλές αντιδράσεις και μεθοδευμένα εμπόδια από συμφέροντα του παρόντος (είπαμε: οιονεί “ξένοι” οι πρόσφυγες), το παλιό γήπεδο ξαναέγινε σημείο αναφοράς…
Όμως τελικά, αυτό που επικυριαρχεί χάριν της ιδέας και της μνήμης, είναι αυτό το Μουσείο Προσφυγικού Ελληνισμού που συστεγάζεται στις σύγχρονες αθλητικές εγκαταστάσεις, έχοντας σώσει το νήμα της συνέχειας με τις πατρογονικές εστίες, την κουλτούρα και την παράδοση για τις σύγχρονες γενιές. Αυτό είναι το πιο σημαντικό επίτευγμα της σύγχρονης Α.Ε.Κ. και αυτής της γειτονιάς, με εκπεφρασμένη την ευγνωμοσύνη για τη μικρή οικονομική υποστήριξη από το κράτος. Σημασία έχει ότι η Νέα Φιλαδέλφεια ξαναζεί – ιδεολογικά και κοινωνικά, εμπορικά (τοπική οικονομία) και αστικά, σε πείσμα και του προηγούμενου δημάρχου της (και των συν αυτώ…) ως “κάρφος οφθαλμών”.
Μακάρι στον Βοτανικό να στηθεί κάτι πολύ πιο μεγάλο και με πολύ πιο μεγάλη οικονομική και άλλη υποστήριξη και διευκόλυνση, όπως άλλωστε με ενθουσιασμό εξαγγέλθηκε θορυβωδώς από κυβέρνηση και τοπική αυτοδιοίκηση. Αρκεί να βρεί και το ιστορικό σωματείο του Παναθηναϊκού να σώσει μια μεγάλη ιδέα του Γένους, μιμούμενο έστω το παράδειγμα της ΑγιαΣοφιάς και όχι απλώς να δώσει ψήφους και αναφορές, δηλώσεις και χαμόγελα ευτυχίας για κάθε βήμα, στα μιντιακά οχήματα των συμφερόντων… (ιδού ένας λόγος γιατί ό,τι επιτυγχάνεται από ανάδελφους πρόσφυγες αξίζει όσο δέκα μαζί των αυτοχθόνων αρχόντων).
Στις φωτογραφίες, κάποια ενδεικτικά ενθυμήματα από τη σπουδαία συλλογή που δημιουργείται.