Η εφαρμογή των νέων διεθνών λογιστικών προτύπων IFRS 17 και IFRS 9 από τις ασφαλιστικές εταιρείες παγκοσμίως, αποτελεί ίσως την πιο ουσιαστική αλλαγή στην χρηματοοικονομική τους διαχείριση τις τελευταίες δεκαετίες.
των Λ. Γκόγκου και Κ. Νικολόπουλου*
Μέχρι πρότινος, το λογιστικό πλαίσιο IFRS 4 επέτρεπε μία ευελιξία στην παρουσίαση των ασφαλιστικών υποχρεώσεων, οδηγώντας σε μεγάλη ανομοιογένεια στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις των ασφαλιστικών. Το IFRS 17, ωστόσο – το οποίο βρίσκεται σε ισχύ από το 2023 – εισάγει ένα ενιαίο, διαφανές και προβλέψιμο σύστημα αποτίμησης, εστιάζοντας στις μελλοντικές ταμειακές ροές, το κόστος του κινδύνου και τη μελλοντική κερδοφορία των ασφαλιστηρίων συμβολαίων. Έτσι, φέρνει μαζί του και μια ριζική αλλαγή φιλοσοφίας: από μια «οπισθοβαρή», λογιστική θεώρηση, περνάμε σε μια προγνωστική, δυναμική θεώρηση της οικονομικής αξίας. Παράλληλα, το IFRS 9 καθιερώνει νέο πλαίσιο για την αποτίμηση και αναγνώριση των χρηματοοικονομικών μέσων, με έμφαση στην απομείωση λόγω πιστωτικού κινδύνου, γεγονός που ενισχύει τη διαφάνεια σε σχέση με τους επενδυτικούς κινδύνους και επιτρέπει πιο ακριβή απεικόνιση των πιθανών ζημιών.
Το CSM και ο ρόλος των νέων KPIs
Αρχικά, οι περισσότερες ασφαλιστικές εταιρείες επικεντρώθηκαν στη συμμόρφωση με τα νέα πρότυπα. Ωστόσο, η αξία των IFRS 17 και IFRS 9 δεν εξαντλείται στη νομική υποχρέωση. Η πληθώρα των στοιχείων που προκύπτουν από τις νέες απαιτήσεις, επιτρέπει πλέον την ανάπτυξη και αξιοποίηση νέων χρηματοοικονομικών δεικτών (KPIs), οι οποίοι δίνουν πληρέστερη εικόνα των επιδόσεων, και ειδικότερα της απόδοσης, της κερδοφορίας και της ανθεκτικότητας, τόσο για τα ενδιαφερόμενα μέρη τους όσο και τα εσωτερικά κοινά τους. Οι ασφαλιστικές εταιρείες που αξιοποιούν αυτούς τους δείκτες για ανάλυση απόδοσης, σύνταξη προϋπολογισμού, πρόβλεψη και λήψη αποφάσεων, αποκτούν σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα.
Το Contractual Service Margin (CSM) αποτελεί, ίσως, τον δείκτη-κλειδί, καθώς αποτιμά το «αποθεματικό» μελλοντικής κερδοφορίας για συμβόλαια που είναι σε ισχύ. Δεν πρόκειται απλώς για πρόβλεψη, αλλά για μια λογιστική απεικόνιση του καθαρού μελλοντικού κέρδους, μετά από την αφαίρεση όλων των εξόδων και πληρωμών.
Μετρήσεις που σχετίζονται με το CSM είναι το CSM ανά έτος, το ποσοστό CSM επί της παρούσας αξίας μελλοντικών εισπράξεων, το συνολικό CSM στον ισολογισμό, η απόδοση ιδίων κεφαλαίων με ενσωμάτωση του CSM (ROE + CSM) και η καθαρή αύξηση ή απομείωση CSM ως ένδειξη οργανικής ανάπτυξης.
Η καθιέρωση του δείκτη αυτού επιτρέπει, για πρώτη φορά, την ουσιαστική αποτίμηση της «αξίας» του ενεργού χαρτοφυλακίου ασφαλιστηρίων.
Για τις ασφαλίσεις περιουσίας και ατυχημάτων – που, κατά κανόνα, έχουν μικρή χρονική διάρκεια – η χρήση του CSM είναι περιορισμένη. Εντούτοις, ο νέος τρόπος παρουσίασης της πληροφόρησης επιτρέπει διάκριση ανάμεσα σε ζημιές τρέχουσας χρήσης και αλλαγές σε εκτιμήσεις παρελθόντων ετών, προσφέροντας σημαντική διαφάνεια.
Επιπλέον, εισάγεται και μία νέα προσέγγιση για τον υπολογισμό του δείκτη ζημιών (Combined Ratio), καθώς αφαιρείται η έννοια των δεδουλευμένων καθαρών ασφαλίστρων και αντικαθίσταται από νέα λογιστική προσέγγιση.
Τα οφέλη για αναλυτές, επενδυτές και διοικήσεις
Οι νέες γνωστοποιήσεις βοηθούν σημαντικά στην αξιολόγηση της ακρίβειας των προβλέψεων, των λόγων που ενδεχομένως οδηγούν σε αποκλίσεις από τα αναμενόμενα αποτελέσματα, καθώς και της μακροπρόθεσμης δυναμικής δημιουργίας αξίας της εταιρείας. Οι επενδυτές αποκτούν καλύτερη εικόνα για το αν η πηγή κέρδους βρίσκεται στην ασφαλιστική δραστηριότητα ή στις επενδύσεις. Παράλληλα, οι αναλυτές αποκτούν τα μέσα να συγκρίνουν αποτελεσματικά εταιρείες σε παγκόσμια κλίμακα, καθώς για πρώτη φορά υπάρχει ένα ενιαίο πλαίσιο παρουσίασης.
Τα πρώτα δεδομένα από την αγορά: τα ευρήματα της EY
Η EY ανέλυσε τις οικονομικές καταστάσεις 46 μεγάλων διεθνών ασφαλιστικών ομίλων για το 2023 και το πρώτο εξάμηνο του 2024. Από τα ευρήματα της έρευνας, προκύπτει ότι τα KPIs που σχετίζονται με το IFRS 17 υιοθετούνται σταδιακά από τις ασφαλιστικές εταιρείες, ενώ η εφαρμογή ενός ενιαίου λογιστικού προτύπου σε παγκόσμιο επίπεδο επιτρέπει τη σύγκριση ως προς την έκταση της μελλοντικής κερδοφορίας, το περιθώριο νέας παραγωγής, το σχετικό μέγεθος των προσαρμογών για τον κίνδυνο και τη μεταβολή μεταξύ πραγματικών και αναμενόμενων αποτελεσμάτων. Διαπιστώθηκε, επίσης, ότι υπάρχει ακόμη ανομοιογένεια στη μεθοδολογία, ιδίως στο πώς υπολογίζεται η απόδοση (ROE) και πώς χρησιμοποιείται το CSM, ενώ η χρήση KPIs για εσωτερική πληροφόρηση παραμένει περιορισμένη, αλλά αυξάνεται.
Τι μπορούν να κάνουν οι ασφαλιστικές εταιρείες Με βάση τα ευρήματα της έρευνας και την εμπειρία της στον ασφαλιστικό κλάδο, η EY προτείνει στους ασφαλιστικούς οργανισμούς τις εξής ενέργειες:
- Εκπαίδευση και κατανόηση: Οι διοικήσεις πρέπει να εξοικειωθούν με τη νέα ορολογία, τις μεθοδολογίες και την ερμηνεία των KPIs.
- Διατήρηση παλιών KPIs και συνδυασμός με τους νέους δείκτες: Κλασικά KPIs, όπως τα ασφάλιστρα, οι ζημιές ή ο δείκτης φερεγγυότητας, παραμένουν χρήσιμα και μπορούν να ενισχυθούν με τα νέα εργαλεία.
- Εξωστρεφής επικοινωνία: Προληπτική και ενεργητική παρουσίαση των νέων KPIs και της αξίας τους στους επενδυτές. Οι ασφαλιστές κατέχουν καλύτερα τα δεδομένα και μπορούν να εκπαιδεύσουν την αγορά.
- Εσωτερική εφαρμογή KPIs: Η χρήση KPIs πρέπει να επεκταθεί πέραν των ετήσιων αναφορών και να ενσωματωθεί στις καθημερινές λειτουργίες, τις αξιολογήσεις και τη διαχείριση των αμοιβών.
- Εργαλεία οπτικοποίησης: Οι οικονομικές διευθύνσεις πρέπει να επενδύσουν σε dashboards και εργαλεία drill-down, για ανάλυση αποτελεσμάτων σε βάθος, από διαφορετικά τμήματα.
- Ενσωμάτωση τεχνητής νοημοσύνης: Η ανάλυση διαφοροποιήσεων (variance analysis) μπορεί να ενισχυθεί σημαντικά από την AI, οδηγώντας σε καλύτερες προβλέψεις και μοντέλα.
- Ενσωμάτωση στον στρατηγικό προγραμματισμό: Τα KPIs πρέπει να ενσωματωθούν στους προϋπολογισμούς, τα μοντέλα πρόβλεψης και την αξιολόγηση επενδυτικών αποφάσεων.
Ένα νέο κεφάλαιο στη χρηματοοικονομική πληροφόρηση
Τα IFRS 17 και IFRS 9 δεν αποτελούν απλώς κανονιστική αλλαγή. Είναι μια ευκαιρία για επαναπροσδιορισμό της έννοιας της χρηματοοικονομικής επιτυχίας, καθώς προσφέρουν στην ασφαλιστική αγορά το πλαίσιο και τα εργαλεία για μια πιο επιστημονική, συγκρίσιμη και αποδοτική πληροφόρηση, δημιουργώντας νέα αξία τόσο για τις ασφαλιστικές όσο και τα ενδιαφερόμενά τους μέρη.
* Ο Λάμπρος Γκόγκος ειναι Εταίρος, Συμβουλευτικές Υπηρεσίες, Επικεφαλής Technology Consulting της EY και Ελλάδος και της EY στην περιοχή Κεντρικής, Ανατολικής, Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας (CESA) και
ο Κωνσταντίνος Νικολόπουλος είναι Εταίρος, Συμβουλευτικές Υπηρεσίες, Επικεφαλής Ασφαλιστικών Υπηρεσιών της EY Ελλάδος και Επικεφαλής Ασφαλιστικών Υπηρεσιών της EY στην περιοχή CESA