Το νέο ογκολογικό νοσοκομείο του Ιατρικού Ομίλου Αθηνών στη Θεσσαλονίκη αναδεικνύει την συμπρωτεύουσα ως κομβικό προορισμό στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων για την φροντίδα των ασθενών με καρκίνο.
της Αλεξίας Σβώλου
Η φροντίδα των ογκολογικών ασθενών βρίσκεται στην καρδιά του συστήματος υγείας καθώς πρόκειται για τους ασθενείς που παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη ευαλωτότητα και συχνά τις πιο πολύπλοκες ανάγκες.
Μέχρι τώρα η καρδιά της Ογκολογικής φροντίδας στην Ελλάδα «χτυπούσε» στο λεκανοπέδιο Αττικής όπου είναι συγκεντρωμένα τα περισσότερα ογκολογικά νοσοκομεία και οι μεγάλες ογκολογικές μονάδες. Ωστόσο η εικόνα αυτή αλλάζει με τα εγκαίνια του νέου μεγάλου ογκολογικού νοσοκομείου στη Θεσσαλονίκη από τον Όμιλο Ιατρικού Αθηνών που έχει ξεκινήσει να λειτουργεί εδώ και 5 μήνες.
Γειτονεύοντας χωροταξικά με το Διαβαλκανικό Ιατρικό Κέντρο της Θεσσαλονίκης, το νέο Ογκολογικό νοσοκομείο δυναμικότητας 120 κλινών, αποτελεί επένδυση ύψους 39 εκατομμυρίων € και επανατοποθετεί την Ελλάδα και κυρίως την βόρειο Ελλάδα στον ευρωπαϊκό ιατρικό χάρτη, δίνοντας έναν ισχυρό μοχλό ανάπτυξης στην χώρα μας προκειμένου να καταστεί κόμβος για την ογκολογική φροντίδα των ασθενών στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων.
Η χωροταξική συνάφεια και η στενή συνεργασία με το Διαβαλκανικό Κέντρο όπου θα γίνονται πολλές πρόσθετες εξετάσεις, παρέχει μεγάλη ευελιξία στο νέο Ογκολογικό νοσοκομείο, το οποίο προσελκύει ασθενείς και από την ευρύτερη Βαλκανική περιοχή, με προσιτό κόστος θεραπείας (πέραν της κάλυψης του ΕΟΠΥΥ), ειδικά σε σύγκριση με τα νοσήλια της Αθήνας και των άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Επιπλέον, η συνεργασία με το διάσημο Imperial College του Λονδίνου του παρέχει προστιθέμενη αξία και την δυνατότητα να προσελκύσει ασθενείς και από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Όπως προαναφέρθηκε, πολλές συμπληρωματικές και υποστηρικτικές εξετάσεις γίνονται στους χώρους του Διαβαλκανικού Κέντρου και εκεί άλλωστε παραμένουν οι γραμμικοί επιταχυντές για τις ακτινοθεραπείες των ογκολογικών ασθενών.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι δυνατότητες ανάπτυξης του ιατρικού τουρισμού σε εμβληματικούς ιατρικούς τομείς όπως είναι η καρδιολογία, η χειρουργική, η ογκολογία αποτελούν μείζον στοίχημα για την οικονομική και επιστημονική ανάπτυξη της χώρας, προσφέροντας κίνητρα σε επιστήμονες που έφυγαν στο εξωτερικό να γυρίσουν ώστε το drain brain να μετατραπεί σε brain gain. Ωστόσο, για να προχωρήσει αυτό το πρότζεκτ πρέπει πρώτα να αποκατασταθεί η ζημιά που έκανε στη χώρα μας η μνημονιακή περίοδος.
Για τους ανθρώπους που ζουν μακριά απ’ την Ελλάδα, η εικόνα που τότε προβαλλόταν στα μίντια με μεγάλες ελλείψεις σε ιατροτεχνολογικό προσωπικό και αναλώσιμα, με ουρές, καθυστερήσεις στην παροχή υπηρεσιών και μαζικές αποχωρήσεις γιατρών από συνταξιοδοτήσεις, δεν μπορεί να αντιστραφεί μέσα σε μια μέρα. Και φυσικά αν αυτή η εικόνα δεν αντιστραφεί δεν θα μπορέσουμε ποτέ να χτίσουμε ένα σοβαρό οικοδόμημα Ιατρικού Τουρισμού πέραν της προόδου που συντελείται σε συγκεκριμένες κατηγορίες όπως είναι για παράδειγμα η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή που δουλεύει χάρη στις προσπάθειες μεμονωμένων γιατρών.
Στην περίπτωση των ογκολογικών ασθενών, η φροντίδα είναι ολιστική και πολυδιάστατη, οπότε δεν μπορούμε να το δούμε αποσπασματικά άρα ένα νέο ογκολογικό νοσοκομείο εξοπλισμένο πλήρως, επανδρωμένο πλήρως, με χώρους υψηλής αισθητικής με γήινη ξύλινη επένδυση που δημιουργούν ένα φιλόξενο οικείο περιβάλλον αναβαθμίζει την ποιότητα της φροντίδας και στην νοσηλεία και στην ημερήσια θεραπεία όπου έρχεται ο ασθενής να κάνει την χημειοθεραπεία του και μετά να αποχωρήσει και να επιστρέψει σπίτι του. Αυτές είναι απαραίτητες εικόνες και πληροφορίες που θα μπορέσουν να ξαναχτίσουν το ιατρικό brand της Ελλάδας αναφορικά με τη δυναμική και τις δυνατότητες του τουρισμού υγείας.