Ως μέτρο με θετικό αντίκτυπο χαρακτηρίζει την υποχρεωτική ασφάλιση επιχειρήσεων Νάσος Μπαλάσκας, Senior Manager, Corporate Risks, Δ/νση Insurance Operations στην Groupama. Επισημαίνει ότι χρειάζονται βελτιωμένα τοπικά μοντέλα πρόβλεψης σεισμών, πλημμυρών και πυρκαγιών καθώς μελέτη για τη σύμπραξη δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.
συνέντευξη του Νάσου Μπαλάσκα, Senior Manager, Corporate Risks, Δ/νση Insurance Operations στην Groupama (Περιοδικό am Ιουλίου – Αυγούστου 2024)
Ποια είναι η άποψη σας για την υποχρεωτική ασφάλιση επιχειρήσεων και ειδικότερα πως κρίνετε το μέτρο που βρίσκεται στην αρχή της εφαρμογής του;
Η υποχρεωτική ασφάλιση επιχειρήσεων είναι ένα μέτρο που, παρότι συχνά πυροδοτεί συζητήσεις και αντικρουόμενες απόψεις, συνοδεύεται από ισχυρή επιχειρηματολογία υπέρ της υιοθέτησής του, ιδιαίτερα σε χώρες όπως η Ελλάδα, όπου τα φαινόμενα φυσικών καταστροφών, όπως οι σεισμοί, οι πλημμύρες και οι πυρκαγιές, εμφανίζονται πλέον με αυξημένη συχνότητα και ένταση.
Μεταξύ των θετικών πτυχών του μέτρου συγκαταλέγονται:
- Η προστασία από απρόβλεπτους κινδύνους: Η υποχρεωτική ασφάλιση εξασφαλίζει ότι οι επιχειρήσεις θα έχουν τη δυνατότητα να αποζημιωθούν σε περίπτωση σοβαρών ζημιών, περιορίζοντας σημαντικά τον οικονομικό κίνδυνο για τους ιδιοκτήτες και τους εργαζόμενους.
- Η ανθεκτικότητα της οικονομίας: Μεγάλης κλίμακας ζημιές, όπως αυτές που προκαλούν οι πλημμύρες ή οι σεισμοί, δεν θα αποτελούν πλήγματα για τις τοπικές κοινωνίες ή το κράτος, καθώς η ασφαλιστική αγορά θα μπορεί να απορροφήσει σημαντικό μέρος του κόστους.
- Η μείωση της κρατικής αρωγής: Το κράτος δεν χρειάζεται να επεμβαίνει οικονομικά σε κάθε περίπτωση καταστροφής, κάτι που είναι κρίσιμο ειδικά σε περιόδους δημοσιονομικής πίεσης.
Η υποχρεωτική ασφάλιση των επιχειρήσεων είναι ένα μέτρο με θετικό αντίκτυπο στην κοινωνία και την οικονομία, εφόσον βέβαια εφαρμοστεί με κοινωνικά δίκαιο τρόπο, εξασφαλίζοντας ευελιξία για τις μικρότερες επιχειρήσεις και προάγοντας τη διαφάνεια στην ασφαλιστική αγορά. Το γεγονός ότι το μέτρο βρίσκεται σε αρχικό στάδιο εφαρμογής, αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία να γίνουν οι απαραίτητες βελτιώσεις και αναπροσαρμογές ώστε να εξασφαλιστεί το θετικό του αποτύπωμα, χωρίς να επιβαρύνει δυσανάλογα τους πιο αδύναμους κρίκους της οικονομίας.
Θεωρείτε ότι υπάρχουν παράμετροι που πρέπει να ρυθμιστούν; Σε ποιες περιπτώσεις είναι δύσκολη η ασφάλιση; Δίνεται λύση στο ζήτημα των επιχειρήσεων που δεν μπορούν να ασφαλιστούν;
Αυτό που κατά την άποψή μου θα πρέπει να προβλεφθεί και να είναι εξ αρχής ξεκάθαρο είναι ένας σαφής μηχανισμός ελέγχου του βαθμού συμμόρφωσης με το μέτρο και με την αντίστοιχη επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων.
Δυσκολίες ασφάλισης θα παρουσιαστούν κυρίως σε επιχειρήσεις σε περιοχές υψηλού κινδύνου, όπως για παράδειγμα σε επιχειρήσεις που βρίσκονται δίπλα σε ποτάμια, δασικές περιοχές ή σεισμικές ζώνες. Σε τέτοιες περιπτώσεις τα ασφάλιστρα μπορεί να είναι υψηλότερα ή και πολλές φορές δεν προσφέρονται καθόλου ασφαλιστικά συμβόλαια, οπότε θα πρέπει σίγουρα να υπάρξει πρόβλεψη για τέτοιες περίπλοκες καταστάσεις.
Όσον αφορά τη λύση για τις επιχειρήσεις που δεν μπορούν να ασφαλιστούν, η απάντηση δεν μπορεί να είναι απόλυτη, καθώς εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Θα πρέπει όμως να εξεταστεί σε δύο επίπεδα: με βάση την τεχνική – λειτουργική δυνατότητα και με βάση την πραγματική επάρκεια κεφαλαίων και την ανθεκτικότητα της εκάστοτε επιχείρησης.
Έχει η ασφαλιστική αγορά τη δυνατότητα και την τεχνογνωσία να καλύψει μία μεγάλη καταστροφή όπως αυτή του Daniel;
Ναι, η ασφαλιστική αγορά στην Ελλάδα διαθέτει και την απαραίτητη τεχνογνωσία και τους κατάλληλους μηχανισμούς για την αντιμετώπιση μεγάλων ζημιών, καθώς πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι:
- Οι ασφαλιστικές εταιρείες λειτουργούν υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος, με αυστηρό πλαίσιο φερεγγυότητας (Solvency II).
- Οι περισσότερες μεγάλες εταιρείες έχουν συνεργασίες με αντασφαλιστικές εταιρείες, οι οποίες παίζουν κρίσιμο ρόλο στην απορρόφηση μεγάλων καταστροφικών ζημιών.
- Υπάρχουν μηχανισμοί εκτίμησης ζημιών και ταχείες διαδικασίες αποζημιώσεων, οι οποίοι ενεργοποιούνται σε περίπτωση φυσικών φαινομένων μεγάλης έντασης.
Ωστόσο, η εμπειρία από έντονα φαινόμενα, όπως η κακοκαιρία Daniel του 2023, ανέδειξε και τα όρια του συστήματος. Οι εκτεταμένες ζημιές που προκλήθηκαν αποκάλυψαν ότι μόνο ένα μικρό ποσοστό των επιχειρήσεων και των κατοικιών που επλήγησαν από την κακοκαιρία διέθεταν ασφαλιστική κάλυψη έναντι φυσικών καταστροφών.
Για να μπορέσει να αντέξει η ελληνική ασφαλιστική αγορά τέτοια έκτακτα φαινόμενα, χρειάζονται τόσο καλύτερα τοπικά μοντέλα πρόβλεψης κινδύνων (flood maps, σεισμικά δεδομένα κ.λπ.), ώστε να τιμολογούνται σωστά τα ασφάλιστρα, όσο και την μελέτη δημιουργίας ενός κρατικού μηχανισμού συν-ασφάλισης ή εγγύησης, όπως συμβαίνει στη Γαλλία (GAREAT) ή στην Ισπανία (Consorcio de Compensación de Seguros).
Ανταποκρίθηκαν οι επιχειρήσεις σε όσα ορίζει ο νόμος; Ποια είναι τα σημαντικότερα προβλήματα που πρέπει να επιλυθούν; Πιστεύετε ότι για να είναι συνολικά καλυμμένη μία επιχείρηση θα πρέπει να έχει ενσωματώσει στην ασφάλιση και την απώλεια κερδών;
Η ανταπόκριση των επιχειρήσεων ήταν, έως τώρα, σχετικά ικανοποιητική, παρόλο που πολλοί επιχειρηματίες, ιδιαίτερα μικρομεσαίοι, δεν γνωρίζουν πλήρως το περιεχόμενο και τις υποχρεώσεις του νέου πλαισίου καθώς και το ακριβές πλαίσιο κάλυψης (π.χ. τι καλύπτει η δασική πυρκαγιά σε σχέση με την κλασική κάλυψη πυρός). Ένα εμπόδιο που πρέπει να ξεπεράσουμε είναι η αντίληψη από πολλές επιχειρήσεις ότι η ασφάλιση συνιστά επιπλέον οικονομικό βάρος, ιδίως σε κλάδους με περιορισμένα περιθώρια κέρδους ή αυξημένο λειτουργικό κόστος.
Για να επιλυθούν τα όποια προβλήματα χρειάζονται:
- προσαρμοσμένα ασφάλιστρα, κλιμακωτές εισφορές ή ακόμα και επιδοτούμενα ασφαλιστικά προγράμματα.
- ένα σύστημα καταγραφής (π.χ. μέσω ΓΕΜΗ ή ΑΑΔΕ), προκειμένου η υποχρεωτικότητα να μπορεί να εφαρμοστεί στην πράξη.
- μια στοχευμένη εκστρατεία ενημέρωσης, κυρίως για τις καλύψεις, τις υποχρεώσεις και τα οφέλη, ώστε οι επιχειρηματίες να κατανοήσουν τη σημασία της ασφάλισης.
Σχετικά με την απώλεια κερδών, μία επιχείρηση για να είναι συνολικά καλυμμένη, κατά την άποψή μου, θα πρέπει να επιλέξει την πλήρη κάλυψη και όχι μόνο την υποχρεωτική – αυτή είναι η πλέον ενδεδειγμένη προσέγγιση.
Συνοψίζοντας λοιπόν, η καθιέρωση της υποχρεωτικής ασφάλισης αποτελεί ένα θετικό βήμα, προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά θα πρέπει να εφαρμοστεί ουσιαστικά και όχι τυπικά, συνοδευόμενη από κατάλληλα κίνητρα και ευέλικτους μηχανισμούς για τις μικρές επιχειρήσεις.
Σε κάθε περίπτωση, η ασφάλιση δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται από τους επιχειρηματίες ως υποχρέωση, αλλά ως ένα ουσιαστικό εργαλείο ενίσχυσης της ανθεκτικότητας και διασφάλισης της βιωσιμότητας μιας επιχείρησης.