Ουσιαστικό και αναγκαίο βήμα προς την κατεύθυνση της θεσμικής διαχείρισης του κινδύνου μέσω οργανωμένων και αξιόπιστων ασφαλιστικών σχημάτων, χαρακτηρίζει την πρωτοβουλία της πολιτείας για την υποχρεωτική ασφάλιση των επιχειρήσεων ο Ν. Σπυράτος, Διευθυντής Ανάληψης Κινδύνων Ασφαλίσεων Ζημιών της ERGO. “Μια τέτοια προσέγγιση συμβάλλει ουσιαστικά στον περιορισμό της έκθεσης τόσο των επιχειρήσεων όσο και του κράτους” αναφέρει.
Ποια είναι η άποψη σας για την υποχρεωτική ασφάλιση επιχειρήσεων και ειδικότερα πως κρίνετε το μέτρο που βρίσκεται στην αρχή της εφαρμογής του;
Η υποχρεωτική ασφάλιση επιχειρήσεων, η οποία έχει τεθεί σταδιακά σε εφαρμογή από την 1η Ιουνίου 2025, αποτελεί μια ιδιαίτερα σημαντική εξέλιξη για την ελληνική αγορά και για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της εγχώριας επιχειρηματικότητας. Σύμφωνα με τη νέα νομοθετική ρύθμιση, οι επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών άνω των 500.000 € υποχρεούνται να ασφαλιστούν έναντι φυσικών καταστροφών – πυρκαγιά, πλημμύρα και σεισμό – καλύπτοντας τουλάχιστον το 70% του ενεργητικού μιας επιχείρησης.
Με δεδομένη πια την κλιματική κρίση και την ολοένα αυξανόμενη συχνότητα και ένταση των ακραίων φαινομένων, όπως η κακοκαιρία «Daniel», που έπληξε τη χώρα μας, η ανάγκη για ολοκληρωμένη προστασία δεν είναι πλέον ζήτημα επιλογής αλλά συλλογικής ευθύνης.
Η ERGO Ασφαλιστική χαιρετίζει τη συγκεκριμένη κυβερνητική πρωτοβουλία, καθώς αποτελεί ένα ουσιαστικό και αναγκαίο βήμα προς την κατεύθυνση της θεσμικής διαχείρισης του κινδύνου μέσω οργανωμένων και αξιόπιστων ασφαλιστικών σχημάτων. Μια τέτοια προσέγγιση συμβάλλει ουσιαστικά στον περιορισμό της έκθεσης τόσο των επιχειρήσεων όσο και του κράτους σε απρόβλεπτες φυσικές καταστροφές.
Θεωρείτε ότι υπάρχουν παράμετροι “ανοιχτά” θέματα που πρέπει να ρυθμιστούν; Σε ποιες περιπτώσεις είναι δύσκολη η ασφάλιση; Δίνεται λύση στο ζήτημα των επιχειρήσεων που δεν μπορούν να ασφαλιστούν;
Η εφαρμογή του μέτρου, ωστόσο, συνοδεύεται από ανοιχτά ζητήματα που χρήζουν περαιτέρω διευκρίνισης και ρύθμισης. Παρά τις προβλέψεις του νόμου, υπάρχουν περιπτώσεις επιχειρήσεων που δεν μπορούν να ασφαλιστούν, είτε λόγω της φύσης της δραστηριότητάς τους είτε λόγω του υψηλού βαθμού επικινδυνότητας. Επιπλέον, σε πολλές περιπτώσεις, η ασφάλιση καθίσταται δύσκολη όχι εξαιτίας του είδους της επιχείρησης, αλλά λόγω άλλων παραγόντων όπως η γεωγραφική της θέση, τα υλικά κατασκευής, η παλαιότητα των κτιρίων ή ακόμη και ζητήματα που σχετίζονται με τη νομιμότητα των κατασκευών.
Στο ίδιο πλαίσιο, πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες βρίσκονται κάτω από το όριο του υποχρεωτικού τζίρου, παραμένουν ουσιαστικά εκτός πλαισίου, παρά το γεγονός ότι πλήττονται έντονα από καταστροφικά φαινόμενα. Σε κάθε περίπτωση, έχει προβλεφθεί μια διαδικασία εξαίρεσης σε περιπτώσεις τεκμηριωμένης αδυναμίας, όμως στην πράξη παραμένουν γκρίζες ζώνες που δημιουργούν αβεβαιότητα.
Από την πλευρά της ασφαλιστικής αγοράς, καταβάλλεται σημαντική προσπάθεια για την παροχή λύσεων, ακόμη και σε περιπτώσεις με αυξημένο βαθμό δυσκολίας. Οι ασφαλιστικές εταιρείες, αξιοποιώντας εξειδικευμένα εργαλεία αποτίμησης κινδύνου και αναλογιστικής ανάλυσης, επιδιώκουν να προσφέρουν προσαρμοσμένα ασφαλιστικά προϊόντα που να ανταποκρίνονται στις ιδιαιτερότητες κάθε επιχείρησης.
Η ERGO αναγνωρίζει τη σημασία συμπληρωματικών μέτρων, όπως τα φορολογικά κίνητρα ή τα χρηματοδοτικά εργαλεία, που μπορούν να διευκολύνουν την ασφαλιστική κάλυψη των μικρότερων επιχειρήσεων. Παράλληλα, παραμένει ανοιχτή σε ενεργή συνεργασία με την πολιτεία και τους θεσμικούς φορείς, με στόχο τη διεύρυνση της ασφαλισιμότητας μέσα από δίκαιες και ρεαλιστικές λύσεις.
Έχει η ασφαλιστική αγορά τη δυνατότητα και την τεχνογνωσία να καλύψει μία μεγάλη καταστροφή όπως αυτή του Daniel;
Όσον αφορά τη δυνατότητα της ασφαλιστικής αγοράς να ανταποκριθεί σε μεγάλες φυσικές καταστροφές, η εμπειρία των τελευταίων ετών αποδεικνύει ότι τόσο η τεχνογνωσία όσο και η κεφαλαιακή επάρκεια των εταιρειών είναι σε πολύ ικανοποιητικό επίπεδο. Οι αποζημιώσεις που καταβλήθηκαν για τον «Daniel» ήταν οι υψηλότερες που έχουν καταγραφεί στην Ελλάδα και καταβλήθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα, χάρη και στην τεχνολογική αναβάθμιση των ασφαλιστικών εταιρειών. Η ERGO, ως μέλος ενός διεθνούς ασφαλιστικού ομίλου, με μητρική την Munich Re, έναν παγκόσμιο ηγέτη στον τομέα της διαχείρισης κινδύνων, διαθέτει ισχυρή τεχνογνωσία στη διαχείριση φυσικών καταστροφών, καθώς και τις απαραίτητες αντασφαλιστικές καλύψεις για την απορρόφηση ζημιών μεγάλης κλίμακας.
Ανταποκρίθηκαν οι επιχειρήσεις σε όσα ορίζει ο νόμος; Ποια είναι τα σημαντικότερα προβλήματα που πρέπει να επιλυθούν; Πιστεύετε ότι για να είναι συνολικά καλυμμένη μία επιχείρηση θα πρέπει να έχει ενσωματώσει στην ασφάλιση και την απώλεια κερδών;
Οι επιχειρήσεις, από την πλευρά τους, έχουν ανταποκριθεί θετικά στις νέες απαιτήσεις της νομοθεσίας, ειδικά μετά την αυστηροποίηση των ελέγχων και την αύξηση της δημόσιας ευαισθητοποίησης μετά τις πρόσφατες καταστροφές. Παρόλα αυτά, παραμένουν σημαντικά κενά που χρειάζεται να καλυφθούν. Η ενημέρωση των επιχειρηματιών και των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών ως προς το τι ακριβώς καλύπτει μια ασφαλιστική σύμβαση, ποια είναι τα όρια αποζημίωσης και ποια τα πραγματικά ρίσκα που αντιμετωπίζει κάθε επιχείρηση, είναι κρίσιμο ζήτημα. Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην αποφυγή του φαινομένου της υπασφάλισης, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ ζημίας και καταβολής.
Τέλος, αναφορικά με την απώλεια κερδών, η οποία δεν περιλαμβάνεται στον υποχρεωτικό κορμό της κάλυψης, η θέση της ERGO είναι σαφής: πρόκειται για ένα κομμάτι που κάθε επιχείρηση πρέπει να εξετάζει σοβαρά, εφόσον επιθυμεί να είναι πραγματικά προστατευμένη. Η ζημιά από μια φυσική καταστροφή δεν περιορίζεται μόνο στο κόστος επισκευής εγκαταστάσεων ή αντικατάστασης εξοπλισμού· η απώλεια εσόδων, η παύση δραστηριότητας και οι επιπτώσεις στη ρευστότητα μπορεί να αποβούν εξίσου κρίσιμες. Για τον λόγο αυτό, η ERGO ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις να ενσωματώνουν τέτοιες καλύψεις στα ασφαλιστικά τους προγράμματα, διαμορφώνοντας ένα πλήρες και ουσιαστικό πλέγμα προστασίας.
Σε κάθε περίπτωση, η ασφαλιστική αγορά βρίσκεται σε διαρκή διάλογο με τις εποπτικές αρχές και την επιχειρηματική κοινότητα, ώστε να διασφαλίσει την αποτελεσματική εφαρμογή της νέας νομοθεσίας, αλλά και τη δημιουργία ενός πιο ανθεκτικού οικονομικού περιβάλλοντος.